Για το πρόβλημα του όγκου της ύλης

30/06/2010 - 18:45

Η πολύπλευρη μόρφωση δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από το παραδοσιακό σχολείο Γενικής Εκπαίδευσης. Αυτό είναι σχολείο θεωριτίστικο, των αποσπασματικών γνώσεων και της παθητικής απομνημόνευσης. Σχολείο των ταξικών φραγμών και της προετοιμασίας των “ειδικών” επιστημόνων, για την αναπαραγωγή της κοινωνικής και οικονομικής δομής του συστήματος. Η εγκυκλοπαιδική μόρφωση, που αποτέλεσε το βασικό περιεχόμενο της αστικής Γενικής Εκπαίδευσης, όταν ακόμα το επίπεδο των επιστημονικών γνώσεων ήταν χαμηλό, δεν αρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της εποχής μας και ήδη βρίσκεται σε αδιέξοδο. Το σύγχρονο σχολείο δεν μπορεί να στοχεύει στην απόκτηση της καθεμιάς γνώσης –η εκλαϊκευση κι αφομοίωση όλων των νέων γνώσεων είναι διαδικασία αδύνατη, με τα δεδομένα της επαναστατικής ανάπτυξης των επιστημών. Αλλά και δεν είναι αυτός ο σκοπός του βασικού σχολείου–η Γενική Εκπαίδευση δεν πρέπει πια να απευθύνεται σε λίγους αλλά να καλύπτει τις ανάγκες της Βασικής Εκπαίδευσης. Αν σήμερα το αστικό σχολειό βγάζει λειτουργικά αναλφάβητους, που δεν ξέρουν τι να κάνουν τις γνώσεις τους, αυτό δεν οφείλεται στην ατομική προσπάθεια των παιδιών και των καθηγητών. (Γι’ αυτό και η αξιολόγηση του μαθητή και του καθηγητή, όσο σκληρή κι αν γίνει, δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα - μπορεί, ίσως, να αποπροσανατολίσει).Το παραδοσιακό γενικό σχολείο κι ιδιαίτερα το λύκειο πληρώνει τις συνέπειες του κοινωνικού χαρακτήρα του, σαν μηχανισμού ταξικής επιλογής και χειραγώγησης. Μορφωτικός στόχος του είναι ο αποθησαυρισμός γνώσεων, η ποσότητα της εργασίας, που απαιτείται για τον ανταγωνισμό. Το πρόγραμμα του λυκείου αποτελεί σύνοψη ειδικώνπανεπιστημιακών προγραμμάτων με σκοπό την προετοιμασία και δοκιμασία των υποψηφίων γιατρών, δικηγόρων ή οικονομολόγων. Η συνεχής συσσώρευση θεωρητικών και ασύνδετων γνώσεων έχει οδηγήσει σε οριακό σημείο την εκμετάλλευση του διαθέσιμου σχολικού χρόνου και σε δοκιμασία τις μαθησιακές ικανότητες του νέου ανθρώπου. Η αποσπασματικότητα κυριαρχεί. Ταυτόχρονα, η αποσπασματικότητα των παρεχόμενων γνώσεων εξυπηρετεί και μια προσπάθεια ιδεολογικής χειραγώγησης, υποκατάστασης της επιστημονικής φιλοσοφικής θεώρησης του κόσμου από ανορθολογικές, ψευτοεπιστημονικές και θρησκευτικές προσεγγίσεις, πρόσφορο έδαφος για την αποδοχή της κυρίαρχης πολιτικής. ΄Επειτα ο τρόπος απόκτησης της γνώσης με τα δεδομένα αυτά δεν μπορεί παρά να είναι παθητικός- η μηχανική απομνημόνευση, η αποστήθιση. Η λειτουργία του σχολείου περιορίζεται στις διαλέξεις στην τάξη (=έτοιμη γνώση) και στα βιβλία (=έμμεση γνώση). Όμως, δημιουργική προσωπικότητα διαμορφώνει η γνώση που αποχτιέται με την ενεργό και δημιουργική συμμετοχή του παιδιού. Για να γίνει ο μαθητής υποκείμενο της μαθησιακής διαδικασίας και να αφομοιώνει τη γνώση, χρειάζεται να περνάει από την τάξη στο πειραματικό εργαστήριο και στην ίδια τη ζωή. Το σχολείο πρέπει να επιλέξει τα στοιχεία εκείνα, που ο νέος μπορεί να συναντήσει και να κρίνει στην πράξη, για να διαμορφώσει μια επιστημονική θεώρηση του κόσμου, κριτική και δημιουργική στάση ζωής. Το πρόγραμμα πρέπει να συμβάλει μέσα από το κάθε συγκεκριμένο μάθημα στη γενικότερη θεώρηση των φαινομένων και να αναδείξει την αλληλουχία των γνώσεων. Το ζητούμενο από το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Βασικό σχολείο είναι, μέσα από την παρατήρηση της φύσης και την επαφή με τα επιτεύγματα του ανθρώπινου πολιτισμού, μέσα από το επιστημονικό πείραμα και την επαφή με την κοινωνική ζωή, να αναγνωρίσουν οι μαθητές τους πιο γενικούς νόμους της φυσικής και κοινωνικής εξέλιξης και του ρόλου του ανθρώπου μέσα σ’ αυτήν, άσχετα αν αύριο θα γίνουν φυσικοί ή κοινωνιολόγοι. Το ζήτημα δεν είναι να περιλάβει το πρόγραμμα του σχολείου όλα τα επιστημονικά αντικείμενα της επόμενης βαθμίδας, για να προϊδεάσουμε τους ανυποψίαστους μαθητές. Το κύριο για τη βασική εκπαίδευση δεν είναι, για παράδειγμα, να διδαχθεί το παιδί “θεατρολογία”-η δραματουργική παρουσίαση λογοτεχνικών κειμένων, η επαφή με το ίδιο το θέατρο μέσα κι έξω από το σχολείο, αυτή είναι η αισθητική αγωγή του παιδιού που θα είχε σημασία, που θα λειτουργούσε ενισχυτικά στο διαπαιδαγωγητικό έργο και στην αυτοτέλεια του σχολείου.

 Γ/ Το περιεχόμενο του σχολείου:

Αναπροσανατολισμός, αναδιάρθρωση, ανανέωση κι επέκταση του προγράμματος

Η δημιουργία ενός Ενιαίου Δωδεκάχρονου Βασικού Σχολείου περνά μέσα από τη ριζική αλλαγή του περιεχομένου, ξεκινώντας από τον αναπροσανατολισμό του. Το όλο πρόγραμμα και το κάθε μάθημα χωριστά πρέπει να προσανατολιστεί προς το σκοπό του νέου σχολείου, να συμβάλει στην κοινωνική διαπαιδαγώγηση σταθερής και δημιουργικής προσωπικότητας. Αυτό προϋποθέτει συνολική αναδιάρθρωση, ριζική ανανέωση και ουσιαστικήεπέκταση του προγράμματος.

Αναζητώντας το περιεχόμενο του σχολείου από την άποψη της Βασικής Εκπαίδευσης, υπογραμμίζουμε την αντίθεσή μας στη “σύγχρονη εκπαιδευτική” τάση που θέλει το σχολείο να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις, με το πρόσχημα των επιστημονικών και τεχνολογικών αλλαγών. Η αντίληψη αυτή οδήγησε στην πρακτική της απλής πρόσθεσης ύλης ή νέων μαθημάτων. Αυτό όχι μόνο οξύνει τα προβλήματα διδακτικού χρόνου και ωρολογίου προγράμματος αλλά κυρίως αποτελματώνει το όλο περιεχόμενο των παραδοσιακών μαθημάτων Γενικής Εκπαίδευσης, διατηρώντας τον αναχρονισμό της βασικής ύλης και την αποσπασματικότητά της.

Πιστεύουμε ότι το πρόγραμμα του σχολείου πρέπει να συγκεντρώνεται στον κύριο σκοπό της βασικής εκπαίδευσης, τη διάπλαση της προσωπικότητας. Κι άρα οφείλει να κρατά την κύρια υπόσταση της Γενικής Εκπαίδευσης και να την ανανεώνει, αναπροσαρμόζοντας όταν χρειάζεται συνολικά το περιεχόμενό της. Έτσι, για παράδειγμα, η περιβαλλοντική αγωγή μπορεί να εμπεριέχεται στα μαθήματα της βιολογίας, γεωγραφίας, αισθητικής και φυσικής αγωγής, η σεξουαλική αγωγή και η αγωγή της υγείας στα μαθήματα της βιολογίας και της φυσικής αγωγής. Θεμελιώδη ζητήματα για την κατανόηση του σημερινού κόσμου και την τοποθέτηση του ανθρώπου μέσα σ’ αυτόν θα εξετάζονταν από κοινού, με την αλληλεξάρτηση των μαθημάτων, κι άρα χωρίς μονομέρειες, επικαλύψεις κι υπερβολές. Εκσυγχρονίζοντας , για παράδειγμα, το μάθημα της φυσικής, ο μαθητής θα διαπίστωνε ότι οι σύγχρονες φυσικές γνώσεις δεν αναιρούν τους νόμους της κλασικής φυσικής (σ’ αυτή άλλωστε στηρίζεται το μεγαλύτερο μέρος των εφαρμογών της φυσικής στην τεχνολογία, την ιατρική , τη γεωργία κλπ ) αλλά μόνο δείχνουν τα όρια της ισχύος και της εφαρμογής τους. Θα δυνάμωνε έτσι η αισιοδοξία του νέου ανθρώπου για τις μελλοντικές δυνατότητες της επιστήμης και η βεβαιότητά του για τη δύναμη του ανθρώπινου λογικού.

Το πρόγραμμα του σχολείου έχει επίσης ανάγκη από αναδιάρθρωση τέτοια που θα το απαλλάξει από τις επικαλύψεις, που υπάρχουν από μάθημα σε μάθημα κι από βαθμίδα σε βαθμίδα, οι οποίες δεν αποτελούν μόνο άδικη σπατάλη δυνάμεων αλλά και ανασταλτικό παράγοντα για τη δημιουργικότητα του νέου ανθρώπου. Το πρόβλημα δεν είναι απλά να αποκτήσει συνέχεια η διδασκαλία του κάθε αντικειμένου από τάξη σε τάξη, αλλά να υπάρξει σύνθεση στη διδακτική των διάφορων επιστημονικών κλάδων και μαθημάτων, ώστε το κάθε μάθημα να συγκεντρωθεί σε κείνα τα στοιχεία που συμβάλλουν δημιουργικά στη διάπλαση της προσωπικότητας, μέσα από την ιδιαίτερη λειτουργία του και σύμφωνα με την πορεία της ανάπτυξης του παιδιού και του εφήβου. Έτσι, από τη μια αυξάνεται η συμβολή του κάθε μαθήματος στην ποιότητα του όλου προγράμματος και δημιουργείται η ανάγκη για συνεργασία των εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων. Από την άλλη βελτιώνεται και το κάθε μάθημα ξεχωριστά, γιατί τονίζεται ακριβώς η συγκεκριμένη συνεισφορά του στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του νέου ανθρώπου. Με αυτό το κριτήριο θα επιλέγεται η ύλη και η μέθοδος και θα καθορίζεται η κύρια λειτουργία του κάθε μαθήματος, ώστε το πρόγραμμα να αποτελέσει ένα οργανωμένο όλο. Να πάψουν τα σχολικά μαθήματα να λειτουργούν αυτόνομα, το καθένα για λογαριασμό του, παρέχοντας ασυνάρτητα γνώσεις στην πλειοψηφία τους δευτερεύουσες ή και άχρηστες για τη βασική εκπαίδευση.

Το σχολικό πρόγραμμα έχει επίσης ανάγκη από πραγματική ανανέωση, που θα επιβάλλει επιστημονικό προσδιορισμό της διδακτέας ύλης. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: Πρώτο, να απαλλαχτεί το σχολείο από δόγματα, ιδέες που δεν είναι αντικείμενο επιστημονικής μόρφωσης, όπως είναι, για παράδειγμα, το μάθημα των θρησκευτικών. Η κατάργηση του μαθήματος κι η αντικατατάστασή του από θρησκειολογική ενημέρωση στο πλαίσιο της διδασκαλίας της ιστορίας του πολιτισμού- στην κατεύθυνση του χωρισμού κράτους-εκκλησίας και της ελευθερίας της συνείδησης- είναι ιστορικά υπερώριμο αίτημα που σε άλλες χώρες λύθηκε από τον 18οαιώνα. Δεύτερο, πρέπει το πρόγραμμα να περιλάβει εκείνες τις ιδέες που βρίσκουν την έκφρασή τους στη σύγχρονη ζωή. Το περιεχόμενο όλων των μαθημάτων σήμερα έχει το χαρακτήρα “της γνώσης για τη γνώση”, που εκφράζεται κύρια με την αποσπασματικότητα και το φορμαλισμό. Με τον τρόπο αυτό η παρεχόμενη γνώση δεν ανταποκρίνεται στη ζωντανή πραγματικότητα, δεν αντανακλά την ουσία των φαινομένων. Έτσι, οι νέοι μαθαίνουν να μένουν στην επιφάνεια των αναζητήσεων της αλήθειας για τον πραγματικό κόσμο, για να κρατούνται αύριο, ως εργάτες ή επιστήμονες, μακριά από τα ουσιαστικά ζητήματα της κοινωνίας, της οικονομίας, της ιδεολογίας. Το ζητούμενο είναι το πρόγραμμα να αποκτήσει εσωτερική ενότητα κι αντί για τη σύγχυση και το σχετικισμό, να επικεντρώσει σε εκείνες τις βασικές γνώσεις και μέθοδες που είναι απαραίτητες στους νέους για να οικοδομήσουν επιστημονική κοσμοαντίληψη και βιοθεωρία.

Τέλος το πρόγραμμα έχει ανάγκη από επέκταση όχι μόνο αντικειμένου αλλά και χρονικής διάρκειας. Σήμερα επέκταση του προγράμματος, επιχειρούν, με την έννοια της χρονικής επιμήκυνσης της λειτουργίας, χωρίς να αγγίζουν την ποιότητα του σχολείου, που παραμένει ίδια και χειρότερη. Το περίφημο μάλιστα ολοήμερο σχολείο, στην ουσία του είναι χρόνος παραμονής και φύλαξης των παιδιών στο σχολικό κτίριο -συχνά επί πληρωμή. Το πρόγραμμα πραγματικά έχει ανάγκη από επέκταση όχι μόνο αντικειμένου αλλά και χρονικής διάρκειας. Προϋποθέτει όμως την αντιμετώπιση της διδακτιριακής στενότητας και της έλλειψης προσωπικού πάντα στο πλαίσιο της ενίσχυσης της δωρεάν και δημόσιας παιδείας. Και το κυριότερο, η επέκταση του χρόνου στο ωρολόγιο πρόγραμμα έχει κάποια όρια και πρέπει να βρίσκεται σε συνάρτηση με την αναδιάρθρωση και την ανανέωση του προγράμματός του. Το πρόγραμμα μπορεί να περιλάβει μια σειρά από δραστηριότητες, που σήμερα τοποθετούνται στις εκτός προγράμματος δραστηριότητες κι είναι συμπληρωματικές, ενώ θα’ πρεπε να αποτελούν στοιχείο της διαπαιδαγωγητικής διαδικασίας (αθλητικές, πολιτιστικές δραστηριότητες, ξένη γλώσσα κλπ). Έτσι το σημερινό σχολείο εκσφενδονίζει τη δημιουργική διάθεση και συλλογική δραστηριότητα έξω από το πρόγραμμα του σχολείου σε διάφορα επιλεκτικά προγράμματα, ενώ στη συνέχεια η εντατικοποίηση του λυκείου αποτελεί κυριολεκτικά μια ψυχοφθόρα διαδικασία, που δεν επιτρέπει καμιά δραστηριότητα πέρα από την προετοιμασία για τις εξετάσεις και τον ατομικό ανταγωνισμό . Στο σχολικό πρόγραμμα η αισθητική και φυσική αγωγή, κατατάσσεται τελευταία στη λίστα των ενδιαφέροντων του, ως ξεχωριστά και δευτερεύοντα μαθήματα. ΄Όμως, το πρόγραμμα χρειάζεται να υπηρετήσει την κοινωνική, συναισθηματική και ηθική καλλιέργεια της προσωπικότητας και την αρμονική διάπλαση των νέων ανθρώπων και σ’ αυτό συμβάλλουν τόσο η διανοητική και αισθητική αγωγή όσο και η φυσική αγωγή.

( Αποσπάσματα από την πρόταση του Τμήματος Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ για το Ενιαίο Δωδεκάχρονο Σχολείο )

Βασική Κατηγορία: 

Νέα από το Π.Α.ΜΕ

Τελευταία νέα

Τα πιο διαβασμένα